Εκλογές Μάη 2023: Οι θέσεις του «Ξ»

Ανακοίνωση του «Ξ»


Οι εκλογές της 21ης Μάη βρίσκουν τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα αντιμέτωπα, για μια ακόμη φορά, με διαρκείς επιθέσεις στο βιοτικό επίπεδο και τα δικαιώματα.

Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη κοκορεύεται πως δίνει επιδόματα και αυξήσεις, πως φέρνει επενδύσεις και πως έχει γυρίσει σελίδα για τη χώρα. Το μόνο για το οποίο είναι άξια, είναι το βραβείο της υποκρισίας και των ψεμάτων. 

Ας δούμε ποια είναι η πραγματικότητα 

  • Η πολιτική του ξεπουλήματος όλου του δημόσιου πλούτου, των υπηρεσιών και της Κοινής Ωφέλειας στο ιδιωτικό κεφάλαιο έναντι πινακίου φακής, συνεχίζεται αμείωτη. Το αποτέλεσμα ήταν τα Τέμπη – που δεν ήταν δυστύχημα, ήταν έγκλημα
  • Η κυβέρνηση του Μητσοτάκη κάνοντας το άσπρο μαύρο, θεωρεί υπεύθυνο για το έγκλημα στον ιδιωτικοποιημένο ΟΣΕ, το… δημόσιο! Και προκλητικά, μόνο μέρες μετά τα Τέμπη προχώρησαν σε νομοθετικά μέτρα που ανοίγουν το δρόμο στην ιδιωτικοποίηση και του νερού!
  • Η δημόσια Παιδεία και Υγεία στενάζουν λόγω της υποχρηματοδότησης, των ελλείψεων προσωπικού και της τεράστιας εντατικοποίησης. 
  • Γιατροί και νοσηλευτές παραιτούνται και φεύγουν μαζικά στο εξωτερικό. Παρά την πανδημία, από τις 7.200 πρόσφατες προσλήψεις που προβάλλει η κυβέρνηση μόνο το 4,5% ήταν μόνιμες– οι υπόλοιπες ήταν μονοετείς συμβάσεις. 11.000 εργαζόμενοι λειτουργούν σαν «επικουρικοί». Επιπλέον υπάρχουν 15.000 κενές θέσεις.
  • Η δημόσια Παιδεία απαξιώνεται συστηματικά και συνειδητά με στόχο τη στροφή στην ιδιωτική παιδεία καθώς και την εγκαθίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων.  
  • Η νεολαία αντιμετωπίζεται με καταστολή – η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι αποφασισμένη να επιβάλει μόνιμη παρουσία αστυνομικών μέσα στα πανεπιστήμια για να καταπολεμηθεί δήθεν η εγκληματικότητα, όταν η εγκληματικότητα βρίσκεται μέσα στην ίδια την Αστυνομία. 
  • Η «αύξηση» του βασικού μισθού κατά 9,4% δεν καλύπτει καν τον επίσημο πληθωρισμό (9,6% σήμερα). 
  • Ο πληθωρισμός στα βασικά είδη και τη διατροφή, όπου οι εργατικές οικογένειες ξοδεύουν σχεδόν το σύνολο του εισοδήματός τους, είναι πάνω από 16%. Αυτό σημαίνει πως σε πραγματικούς όρους δεν υπάρχει αύξηση του βασικού αλλά μείωση στο ύψος του 7-8%.  
  • 5 στις 10 νέες συμβάσεις εργασίας είναι μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης και αμείβονται με 327 ευρώ καθαρά! Αυτό δεν είναι φτώχεια, είναι μαζική εξαθλίωση!
  • Το περιβάλλον θυσιάζεται στο βωμό των κερδών των εταιρειών ενέργειας. Υπάρχει πλήρης στροφή σε υδρογονάνθρακες (πετρέλαιο και φυσικό αέριο) και εξορύξεις. Ακόμα και όπου επιχειρούν στροφή στην πράσινη ενέργεια, γίνεται με τρόπο που καταστρέφει τα βουνά και τα οικοσυστήματα με την εγκατάσταση των τερατωδών «πάρκων» ανεμογεννητριών. 
  • Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει γίνει βούκινο στο εξωτερικό για την παραβίαση όλων των διεθνών συμβάσεων με τις επαναπροωθήσεις προσφύγων, για την καταπάτηση βασικών δημοκρατικών δικαιωμάτων, για τον τρόπο με τον οποίο η «Δικαιοσύνη» δρα μεροληπτικά, για τα στραβά μάτια ειδικά σε περιπτώσεις βιαστών, κλπ – όμως το αυτί τους δεν ιδρώνει. 

Η ΝΔ πρέπει να φύγει – από ποιους όμως; 

Έχουμε μια κυβέρνηση, κυνική και αδίστακτη, μια συμμορία ακραίων νεοφιλελεύθερων και ακροδεξιών, αποφασισμένων να μην αφήσουν τίποτα όρθιο, προσφέροντας «γη και ύδωρ» στο μεγάλο κεφάλαιο. Αυτή η κυβέρνηση πρέπει να φύγει. 

Ποιος θα την διώξει όμως; Ο ΣΥΡΙΖΑ μαζί με το ΠΑΣΟΚ; 

Αυτή είναι η «πρακτική» και «ρεαλιστική» επιλογή που νιώθει ότι έχει ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού – ακόμα και κόσμος που ασκεί πολύ έντονη κριτική από τ’ αριστερά στον ΣΥΡΙΖΑ σκέφτεται να τον ψηφίσει για να απαλλαγεί από τον Μητσοτάκη. 

Όμως αυτό θα ήταν λάθος. 

Και τα δύο αυτά κόμματα, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, έχουν δοκιμαστεί στο παρελθόν. Ξεκίνησαν από τα αριστερά για να καταλήξουν κόμματα του κατεστημένου. Το ΠΑΣΟΚ στο μακρινότερο παρελθόν, ο ΣΥΡΙΖΑ στο πιο πρόσφατο. Και τα δύο αυτά κόμματα εφάρμοσαν πολιτικές λιτότητας και ιδιωτικοποιήσεων προκαλώντας απογοήτευση στον κόσμο, με αποτέλεσμα, κάθε φορά, την επιστροφή της ΝΔ. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να ακολουθήσει αριστερή πολιτική, ας μην υπάρχουν οποιεσδήποτε αυταπάτες γι’ αυτό. Αν υπάρξει μια συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, αυτή δεν θα αποτελεί μια «προοδευτική διακυβέρνηση», θα αποτελεί μια κυβέρνηση που θα εφαρμόσει τις πολιτικές που θέλει το κεφάλαιο με μικροεκπτώσεις, με αποτέλεσμα την απογοήτευση, ξανά, του κόσμου και την επιστροφή της ΝΔ. 

Πρόκειται για ένα φαύλο κύκλο.

Πάλη ενάντια στην Ακροδεξιά 

Πέρα από τη ΝΔ καραδοκεί ένας άλλος μεγάλος και επικίνδυνος εχθρός: η Ακροδεξιά. Και δεν μιλάμε για το «αλλοπρόσαλλο» κόμμα του Βελόπουλου, αλλά για το κόμμα του Κασιδιάρη που αγγίζει ακόμα και το 4,5% σύμφωνα με κάποιες δημοσκοπήσεις και τη Χρυσή Αυγή που δεν κατεβαίνει μεν στις εκλογές αλλά ανασυντάσσει τις δυνάμεις της.

Πρόκειται για εγκληματίες οι οποίοι την τελευταία περίοδο φοράνε κοστούμι και γραβάτα για να γίνουν αποδεκτοί από την άρχουσα τάξη, αλλά που την ίδια στιγμή προετοιμάζουν τα «τάγματα εφόδου» τους – τα οποία έχουν ήδη αναλάβει δράση σε διάφορες πόλεις και γειτονιές. 

Η διάλυσή τους κατά την περίοδο μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και την καταδίκη τους, ήταν προσωρινή. Οι αιτίες που γεννούν το φασιστικό φαινόμενο βρίσκονται στην ίδια την κρίση του καπιταλιστικού συστήματος – που δημιουργεί φτώχεια και απελπισία. Αυτή η κρίση τους επιτρέπει σήμερα να επιστρέφουν. 

Ούτε αυτό τον κίνδυνο μπορεί να αντιμετωπίσει μια συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ. Γιατί δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις κοινωνικές αιτίες που αναπαράγουν την Ακροδεξιά. Έτσι θα δίνουν στους νεοφασίστες το επιχείρημα ότι «μόνο αυτοί μπορούν».

Ο ρόλος του μαζικού κινήματος 

Από τον φαύλο κύκλο στον οποίο βρισκόμαστε μπορούμε να βγούμε μόνο μέσα από τους αγώνες του μαζικού κινήματος. 

Την τελευταία περίοδο βλέπουμε μια σταδιακή αναγέννηση των κινημάτων. Εργατικοί αγώνες όπως αυτός της efood, της COSCO, της Μαλαματίνα κ.α., νεολαιίστικοι αγώνες ενάντια στην καταστολή και την πανεπιστημιακή αστυνομία, αγώνες όπως αυτός των καλλιτεχνών και των σπουδαστών στις καλλιτεχνικές σχολές, μαχητικές κινητοποιήσεις ενάντια στους βιασμούς, τις γυναικοκτονίες, το trafficking, και φυσικά οι μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις μετά το έγκλημα στα Τέμπη. Η άτυπη (δεν καλέστηκε από τη ΓΣΕΕ!) γενική απεργία της 8ης Μάρτη μετά το έγκλημα στα Τέμπη θύμισε τα μεγάλα κινήματα της εποχής του 2010-13.  

Τα κινήματα όμως για να πετύχουν τους στόχους και τις επιδιώξεις τους χρειάζονται καλή οργάνωση, σχέδιο και προοπτική. Το «αυθόρμητο», όσο σημαντικό και αν είναι, έχει σαφή όρια – αυτό εξάλλου έδειξαν όλοι οι μεγάλοι αγώνες της εποχής των Μνημονίων. 

Τα κινήματα χρειάζεται να οργανώνονται σε τοπικές επιτροπές και συνελεύσεις, να λειτουργούν δημοκρατικά και χωρίς καπελώματα, να συνδέονται σε πανεθνική βάση, να έχουν σχέδιο δράσεων με κλιμακούμενες κινητοποιήσεις και απεργίες. 

Ο ρόλος των οργανώσεων που μιλούν στο όνομα των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, δηλαδή, των κομμάτων της Αριστεράς, είναι να προσφέρουν ακριβώς αυτή την προοπτική, καταθέτοντας προτάσεις στο μαζικό κίνημα. 

Η σημασία μιας ενισχυμένης Αριστεράς 

Τα κόμματα της Αριστεράς, δηλαδή το ΚΚΕ, το ΜΕΡΑ25 και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παρότι παλεύουν ενάντια στην κυβερνητική πολιτική, εμφανίζουν κατά την άποψη μας πολύ σοβαρές αδυναμίες. 

Παρά τις όποιες αδυναμίες και ελλείμματα όμως, μόνο στα κόμματα της Αριστεράς έχει νόημα η ψήφος! Με στόχο την ενίσχυσή τους, έτσι ώστε να αποτελέσουν στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό αναχώματα στις επιθέσεις που θα δεχτεί το κίνημα και τα λαϊκά στρώματα την επόμενη περίοδο. 

Οι εκλογές δεν πρόκειται να αλλάξουν την κοινωνία, αυτό είναι μια παλιά και παντοτινή αλήθεια. Τα αποτελέσματά τους όμως μπορούν να επηρεάσουν τα ταξικά ισοζύγια, τις κοινωνικές αντιστάσεις, τις πιέσεις για μεταρρυθμίσεις ή βελτιώσεις ακόμα και μικρές. Μπορούν να δημιουργήσουν πιο ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη των κινημάτων, κι αυτό με τη σειρά του να διευκολύνει την εμφάνιση νέων μαζικών αριστερών ρευμάτων και ριζοσπαστικοποίησης στην κοινωνία. 

Γι’ αυτό έχει σημασία η ενεργητική συμμετοχή στις εκλογές – όχι στο λευκό, όχι στην αποχή, γιατί αυτά απλά ενισχύουν το αντίπαλο στρατόπεδο, τα κόμματα του κατεστημένου και των Μνημονίων και την Ακροδεξιά.

Τα όρια και οι αδυναμίες της σημερινής Αριστεράς  

Η κριτική μας προς τα κόμματα της Αριστεράς έχει να κάνει με το αν κάποιο απ’ αυτά μπορεί να δώσει προοπτική στην κοινωνία και λύση στο τεράστιο πολιτικό κενό που υπάρχει στην Αριστερά σήμερα. Η απάντηση σ’ αυτό είναι δυστυχώς αρνητική. 

Το κύριο κόμμα της Αριστεράς, το ΚΚΕ, έχει δοκιμαστεί πάρα πολλές φορές, εδώ και πολλές δεκαετίες. Τα θεωρητικά, πολιτικά και οργανωτικά όριά του, μαζί με το «σκληρό» εσωτερικό του καθεστώς (που δεν επιτρέπει κριτική στις επιλογές της ηγεσίας) δεν το αφήνουν να αποκτήσει κοινωνική δυναμική ανάλογη με τις αντικειμενικές συνθήκες (π.χ. την περίοδο των Μνημόνίων ή το 2015 μετά την κολωτούμπα του ΣΥΡΙΖΑ). Έτσι μένει καθηλωμένο σε χαμηλά ποσοστά. Στις τελευταίες μεγάλες κινητοποιήσεις για τα Τέμπη, το ΚΚΕ αρνήθηκε να προβάλει το αίτημα της επιστροφής του ΟΣΕ στο δημόσιο – ένα αίτημα που εξέφραζε και τη διάθεση της πλειοψηφίας της κοινωνίας. Επιπλέον δεν πρότεινε την συνέχιση και κλιμάκωση των κινητοποιήσεων ενώ είχε το ειδικό βάρος για να το κάνει. Είναι αποτέλεσμα της «θεωρητικής» του αντίληψης ότι η λύση των προβλημάτων αναβάλλεται για την ημέρα της επικράτησης του σοσιαλισμού – κι όμως πολλοί επιμέρους αγώνες μπορούν να καταφέρουν νίκες οι οποίες να προετοιμάζουν την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος. Οι αγώνες μέσα στο πλαίσιο του συστήματος  είναι συνυφασμένοι και όχι αντιθετικοί με την πάλη για την ανατροπή του. Ένα ακόμα πολύ σοβαρό πρόβλημα είναι ότι, κατά κανόνα, δεν λειτουργεί ενωτικά προς την υπόλοιπη Αριστερά και τα κινήματα που δεν συμφωνούν με τις δικές του απόψεις. Για να μπορούν οι αγώνες μας και τα κινήματα να νικήσουν χρειάζονται ενότητα για να έχουν μαζικότητα και όχι διαχωρισμούς και περιχαράκωση στη βάση κομματικών σφραγίδων. 

Το ΜΕΡΑ 25 έκανε την τελευταία περίοδο μια σημαντική μετακίνηση προς τα αριστερά, κι αυτό είναι πολύ θετικό, όμως δεν έχει μπορέσει να πείσει για τη φυσιογνωμία και τις προοπτικές του. Ο λόγος του παραμένει θολός και δυσνόητος για τα λαϊκά στρώματα. Ορολογίες όπως «μετακαπιταλισμός», «τεχνοφεουδαρχία», σχέδιο «Δήμητρα» κάθε άλλο παρά δίνουν καθαρή προοπτική στα λαϊκά στρώματα. Και βέβαια το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στο λόγο αλλά και στο περιεχόμενο κατά κανόνα αυτών των νέων εννοιών. Το σχέδιο Δήμητρα, για παράδειγμα, έρχεται να υποκαταστήσει στην ουσία το αίτημα για εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, ενώ “μετακαπιταλισμός” σε κάποια κείμενα του ΜΕΡΑ25 ταυτίζεται με τον σοσιαλισμό, σε άλλα όμως περιορίζεται σε πολιτικές πράσινου Κεϋνσιανισμού. Επιπλέον, συμπεριφορές όπως αυτή της Σοφίας Σακοράφα που βράβευσε τον τραμπούκο-ακροδεξιό Μπέο, δείχνουν τις εσωτερικές αντιφάσεις του ΜΕΡΑ25. Η σύνθεσή του δεν μπορεί να δώσει εγγυήσεις για το τι ακριβώς θα κάνει σε περίπτωση που πιεστεί να συμμετέχει στη λεγόμενη «προοδευτική διακυβέρνηση» ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ. Παρά τις δημόσιες τοποθετήσεις που κάνει το τελευταίο δίμηνο ενάντια σε μια τέτοια προοπτική, η περίπτωση ένα κομμάτι του να ακολουθήσει διαφορετική πολιτική αποτελεί ανοιχτό ενδεχόμενο.

Τέλος, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μένει καθηλωμένη σε πολύ χαμηλά ποσοστά και γι’ αυτό φταίνε, κατά τη γνώμη μας, τα δικά της ελλείμματα και λάθη. Πάνω απ’ όλα η άρνηση της να δουλέψει από κοινού με οργανώσεις και κόμματα της Αριστεράς που δεν συμφωνούν με το πρόγραμμά της, σε μια σειρά επίπεδα, αποτελεί στην πραγματικότητα την αχίλλειο πτέρνα της. Παρότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είχε την κρίσιμη μάζα που απαιτείται για να επιφέρει μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές ανατροπές, δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει προς αυτό το σκοπό ούτε τα μεγάλα κινήματα της εποχής των Μνημονίων, ούτε την υποχώρηση των δυνάμεων του ΚΚΕ, ούτε τη μαζική εσωτερική κρίση από την οποία πέρασε ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τη συνθηκολόγηση του Τσίπρα το 2015. Παρόλα αυτά όμως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ επιμένει να μην κάνει καμία αλλαγή ή προσαρμογή στην πολιτική της. 

Ψήφο στα κόμματα της Αριστεράς (ΚΚΕ, ΜΕΡΑ 25, ΑΝΤΑΡΣΥΑ) 

Λόγω των παραπάνω αδυναμιών, το Ξεκίνημα δεν νιώθει ότι μπορεί να επιλέξει ένα από τα κόμματα/σχήματα της Αριστεράς στη σημερινή συγκυρία. Γι’ αυτό καλεί σε ψήφο στην Αριστερά γενικά, χωρίς να εκφράζει προτίμηση σ’ ένα από τα προαναφερόμενα συγκεκριμένα κόμματα. 

Την ίδια στιγμή βέβαια θα συνεχίσουμε να παλεύουμε για να αλλάξει η κατάσταση στις γραμμές της Αριστεράς, η οποία προβληματίζει πολύ μεγάλους αριθμούς αγωνιστών και πλατιά λαϊκά στρώματα. 

Η πάλη για μια μαζική, ενωτική, αντικαπιταλιστική Αριστερά 

Η πάλη για τα «μικρά» και «καθημερινά» του κινήματος πρέπει να συνδεθεί με την πάλη ενάντια στο σύστημα – μόνο έτσι μπορεί να έχει προοπτική.

Το μέλλον, κατά τη γνώμη μας, βρίσκεται στις δυνάμεις που παλεύουν για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος και για μια εναλλακτική σοσιαλιστική κοινωνία. Με δεδομένη την άρνηση του ΚΚΕ να προχωρήσει σε σοβαρά ανοίγματα προς την κατεύθυνση αυτή, η ευθύνη βαραίνει τις οργανώσεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς που κατανοούν το πρόβλημα που υπάρχει. Όλα δείχνουν πως ο αριθμός αυτών των οργανώσεων αυξάνεται κι αυτό είναι θετικό. 

Για να μπορέσει  η αντικαπιταλιστική Αριστερά να ανταποκριθεί σ’ αυτό το καθήκον χρειάζεται, κατά τη γνώμη μας: 

  • Να υπάρξει συσπείρωση σε ένα κοινό πολιτικό σχήμα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, 
  • στη βάση ενός καθαρού αντικαπιταλιστικού-σοσιαλιστικού προγράμματος,
  • με αλληλοσεβασμό στις διαφορετικές οργανώσεις-συνιστώσες του και σε μια  βάση ισοτιμίας,
  • που παράλληλα με τη γενική αντικαπιταλιστική πάλη θα είναι μπροστά σε κάθε αγώνα για κάθε μικρό και μεγάλο ζήτημα.
  • Χρειάζεται ταυτόχρονα να χαρακτηρίζεται από ενωτική προσέγγιση προς τα κομμάτια της Αριστεράς με τα οποία δεν συμφωνεί – για κοινές δράσεις, κοινές πρωτοβουλίες στα κινήματα, διαδηλώσεις κλπ. Συνεργασία δεν σημαίνει κοινό κόμμα! «Αριστερό» κόμμα όμως πρέπει να σημαίνει συνεργασία με τα άλλα αριστερά κόμματα παρά τις ιδεολογικές διαφορές που υπάρχουν. 

Η Αριστερά βρίσκεται σήμερα σε αδιέξοδο. Οι πιο πάνω προτάσεις στοχεύουν στο να ξεπεραστεί αυτό το αδιέξοδο για να μπορέσει η Αριστερά να δώσει προοπτική στα κινήματα και στην κοινωνία.

Είναι άξιο προσοχής ότι ένας σημαντικός αριθμός οργανώσεων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς κατανοούν το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται σήμερα η Αριστερά και επιλέγουν να καλέσουν γενικά για ψήφο στην Αριστερά χωρίς να επιλέγουν συγκεκριμένο φορέα. Αυτό δείχνει πως υπάρχει η βάση για θετικές διεργασίες και η προοπτική να ξεπεραστεί το τέλμα στο οποίο βρίσκεται η αντικαπιταλιστική Αριστερά και γενικότερα η Αριστερά. 

Το «Ξ» θα συμβάλει θετικά σε κάθε προσπάθεια που κινείται σ’ αυτή την κατεύθυνση. 

Recent Articles